11 Ιανουαρίου 2013
Μια μαμά για τον καθένα
Μια ανάρτηση αφιερωμένη στους θετούς γονείς,
που μας εμπνέουν με την αφοσίωση και την ευαισθησία τους
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι για να φτιάξεις οικογένεια. Όλοι έχουν κάτι κοινό: Την αγάπη και τη λαχτάρα να μοιραστείς το σπίτι σου και την καρδιά σου:
Ο Τσόκο ήταν ένα μικρό πουλί, που ζούσε ολομόναχο. Ευχόταν να είχε μανούλα, μα ποια θα μπορούσε να είναι η μαμά του;
Μια μέρα πήρε την απόφαση να βρει κι αυτός μια μαμά.
Μια μέρα πήρε την απόφαση να βρει κι αυτός μια μαμά.
Πρώτα ο Τσόκο συνάντησε την κυρία Καμηλοπάρδαλη. “Ω, κυρία Καμηλοπάρδαλη!” φώναξε. “Είσαι κιτρινωπή όπως εγώ. Μήπως είσαι η μαμά μου;” “Λυπάμαι”, είπε η καμηλοπάρδαλη, “δεν έχω φτερά σαν κι εσένα, δεν είμαι η μαμά σου”.
Μετά ο Τσόκο συνάντησε την κυρία Πιγκουίνου. “Γειά σας κυρία Πιγκουίνου” φώναξε. “Εχετε φτερά όπως κι εγώ, μήπως είστε η μαμά μου;” “Λυπάμαι”, απάντησε εκείνη, “δεν έχω μεγάλα στρογγυλά μαγουλάκια όπως εσύ”.
Μετά ο Τσόκο πήγε στην κυρία Θαλάσσια Ελεφαντίνα. “Εχετε μεγάλα στρογγυλά μαγουλάκια όπως κι εγώ, μήπως είστε η μαμά μου;” τη ρώτησε. “Α, κοίτα” τον αποπήρε εκείνη, “δεν έχω πόδια με ρίγες όπως εσύ, γι΄ αυτό μη μ΄ενοχλείς”.
Οσο κι αν έψαξε ο Τσόκο δεν μπόρεσε να βρει μια μαμά που να ήταν σαν κι αυτόν.
Οταν λοιπόν είδε την κυρία Αρκούδα να μαζεύει μήλα, ήξερε πως δεν θα μπορούσε να είναι η μαμά του. Η κυρία Αρκούδα δεν του έμοιαζε καθόλου, μα καθόλου.
Ο Τσόκο ήταν τόσο λυπημένος, που άρχισε να κλαίει. “Μαμά, μαμά, θέλω μια μαμά, έχω ανάγκη από μια μανούλα”. Η κυρία Αρκούδα πήγε κοντά του για να δει τι συμβαίνει. Οταν άκουσε την ιστορία του Τσόκο αναστέναξε. “Αχ, αν είχες μανούλα τι θα έκανε;” τον ρώτησε. “Α, είμαι σίγουρος πως θα μ΄αγκάλιαζε” είπε ο Τσόκο. ”Κάπως έτσι;” ρώτησε η Αρκούδα κι έσφιξε στην αγκαλιά της τον Τσόκο. “Ναι, και είμαι σίγουρος πως θα με φιλούσε”. “Κάπως, έτσι;” ρώτησε η Αρκούδα και σήκωσε ψηλά τον Τσόκο δίνοντάς του ένα γερό φιλί.
“Ναι, και είμαι σίγουρος πως η μαμά μου θα μου τραγουδούσε και θα χόρευε μαζί μου για να είμαι χαρούμενος” είπε ο Τσόκο. “Κάπως έτσι;” απάντησε η Αρκούδα κι άρχισαν οι δυο τους να χορεύουν παρέα.
Οταν σταμάτησαν το χορό για να ξεκουραστούν, η Αρκούδα γύρισε προς το μέρος του Τσόκο και είπε: “Ξέρεις, θα μπορούσα να γίνω εγώ η μαμά σου”. “Εσύ;” φώναξε ο Τσόκο. “Μα δεν είσαι κιτρινωπή, ούτε έχεις φτερά, ούτε μεγάλα στρογγυλά μάγουλα, ούτε πόδια με ρίγες, όπως εγώ. “Ω, Θεέ μου, αν τα είχα όλα αυτά θα έδειχνα πολύ αστεία!”
“Λοιπόν”, είπε η Αρκούδα, “τα άλλα μου παιδιά με περιμένουν στο σπίτι. Γιατί δεν έρχεσαι κοντά μας για μηλόπιτα; Τι λες;” Η μηλόπιτα πάντα άρεσε στον Τσόκο, γι΄αυτό και την ακολούθησε. Οταν πλησίασαν, τα άλλα παιδιά της Αρκούδας έτρεξαν να τους προϋπαντήσουν. “Τσόκο από δω, τα άλλα μου παιδιά, ο Ιπποποταμούλης, ο Αλιγατορούλης και ο Γουρουνούλης”, έκανε τις συστάσεις η Αρκούδα.
Σε λίγη ώρα, η υπέροχη μυρωδιά της μηλόπιτας, τα γέλια και οι χαρές γέμισαν το σπίτι. Μετά το φαγητό η Αρκούδα αγκάλιασε με θέρμη και αγάπη όλα της τα παιδιά.
Ο Τσόκο ήταν πολύ ευτυχισμένος που η νέα του μανούλα ήταν έτσι όπως ήταν…